Στo ετήσιo Media and Democracy Summit, που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Delaware, διαφορετικές φωνές συναντήθηκαν για να αναμετρηθούν με μία αυξανόμενη κρίση: τη διάβρωση της εμπιστοσύνης στα μέσα ενημέρωσης και τις επιπτώσεις της στη δημοκρατία.
Οι ειδήσεις «τρέχουν», αλλά για πολλούς, το ίδιο το σύστημα της ενημέρωσης έχει καταρρεύσει.
Χωρίς ένα υγιές οικοσύστημα ενημέρωσης, διακυβεύονται πολλά: η κατανόησή μας για τον κόσμο, η δυνατότητά μας να συνδεόμαστε μεταξύ μας, και – το πιο ουσιαστικό – η δύναμή μας ως πολίτες.
Πώς φτάσαμε όμως ως εδώ; Και, το κυριότερο, πού πάμε από εδώ και πέρα;
Σε αυτό ακριβώς επιχείρησε να απαντήσει το Media and Democracy Summit, που διοργανώθηκε στις 5 και 6 Μαΐου στο Πανεπιστήμιο του Delaware από κοινού από την Πρωτοβουλία SNF Ithaca (του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος) — που εδρεύει στη Σχολή Δημόσιας Πολιτικής και Διοίκησης Joseph R. Biden Jr. του UD — και το iMEdD. Το Summit έφερε κοντά κορυφαίους ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους για μια σειρά συζητήσεων πάνω στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που αντιμετωπίζουν σήμερα όσοι παράγουν ή καταναλώνουν περιεχόμενο. Και όπως συμφώνησαν όλοι οι ομιλητές: το διακύβευμα δεν υπήρξε ποτέ μεγαλύτερο.
Ένας από τους βασικούς άξονες του Summit ήταν ο θεμελιώδης ρόλος που διαδραματίζει η δημοσιογραφία σε μια δημοκρατική κοινωνία — όχι ως ακτιβισμός ή εργαλείο κέρδους, αλλά ως δημόσιο αγαθό.
«Η δημοσιογραφία — και αυτό το τονίζω συχνά — δεν είναι ακτιβισμός, ούτε εμπορικό προϊόν. Είναι πυλώνας της δημοκρατίας. Πρέπει, λοιπόν, να βρούμε πώς θα λειτουργήσει αποτελεσματικά», σημείωσε η Άννα Κύνθια Μπουσδούκου, συνιδρύτρια και διευθύνουσα σύμβουλος του iMEdD.

«Αν δεν είμαστε καλά ενημερωμένοι ως άνθρωποι, δεν μπορούμε να είμαστε ενεργοί πολίτες», πρόσθεσε.
Ο Δημήτρης Μπούνιας, δημοσιογράφος και Διευθυντής Προγραμμάτων και Στρατηγικής του iMEdD, συμπλήρωσε:
«Η δημοσιογραφία είναι κομμάτι της βασικής δημοκρατικής υποδομής — όπως οι δρόμοι, τα σχολεία ή το καθαρό νερό. Χωρίς αυτήν, η δημοκρατία – και κατ’ επέκταση η κοινωνία – καταρρέει».
Ή, όπως το έθεσε ο Timothy Shaffer, κάτοχος της έδρας Δημοσίου Διαλόγου του ΙΣΝ και διευθυντής της Πρωτοβουλίας SNF Ithaca:
«Πώς μπορούμε να σκεφτόμαστε περισσότερο σαν δημοσιογράφοι; Να ερευνούμε, να κάνουμε τις σωστές ερωτήσεις και να μεταδίδουμε έγκυρες και αυθεντικές πληροφορίες;»
Η φωνή των φοιτητών ήταν εξίσου παρούσα. Στο πάνελ «Η σχέση των φοιτητών με τα μέσα ενημέρωσης», οι νέοι ανέλυσαν το πώς αλλάζει ο τρόπος που αλληλεπιδρούν με την ενημέρωση και την πολιτική, είτε μέσω του πανεπιστημίου είτε μέσω των κοινωνικών δικτύων. Η Naomi Maria, μέλος της φοιτητικής ομάδας ηγετών της SNF Ithaca, μίλησε για τη δική της διαδρομή — από μια πολιτικά ομοιογενή περιοχή του Bronx σε ένα περιβάλλον στο UD με πιο ποικιλότροπες ιδεολογικές αντιλήψεις. Αυτή η αλλαγή, όπως είπε, την ανάγκασε να επανεξετάσει τις προκαταλήψεις της και να αναπτύξει μια πιο σφαιρική πολιτική σκέψη. Ο συντονιστής και επίσης φοιτητής της Πρωτοβουλίας SNF Ithaca, Isaac O’Neal, αναφέρθηκε στο μάθημα “Citizens, Civility and Change”, που προάγει τη διαπολιτική συζήτηση σε πανεπιστήμια ανά τις ΗΠΑ. Αναρωτήθηκε αν τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να γεφυρώσουν τις διαφορές ή, αντίθετα, να εμποδίσουν τη δημιουργική αντιπαράθεση.

Η φοιτητική συζήτηση κάλυψε επίσης το πώς καταναλώνεται και παράγεται η ενημέρωση εντός των πανεπιστημιακών χώρων. Η Naija Agarwal, υπότροφος του SNF Paideia στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, σημείωσε πως οι ειδήσεις ξεπηδούν συχνά πρώτα στο Instagram, παρότι τα social media δεν είναι πάντα κατάλληλα για ουσιαστικές συζητήσεις. Η Lauren Boyd, αρχισυντάκτρια της φοιτητικής εφημερίδας του UD, είπε ότι η γενιά της, μεγαλωμένη με την τεχνολογία, βασίζεται περισσότερο στα μέσα αλλά εμπιστεύεται λιγότερο τα παραδοσιακά. Και οι δύο τόνισαν την ανάγκη για ακρίβεια και υπευθυνότητα, ειδικά όταν γράφουν για ευαίσθητα ζητήματα όπως οι φοιτητικές βίζες, γεγονός που αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη ευαισθητοποίηση των φοιτητών δημοσιογραφίας σχετικά με τις ηθικές τους ευθύνες σε ένα ψηφιακό τοπίο μέσων ενημέρωσης.
Όμως οι απειλές προς την παραδοσιακή δημοσιογραφία είναι σοβαρές και πολλαπλές: αυξανόμενο κόστος, οικονομικές πιέσεις και συγκέντρωση των μέσων σε λιγότερα χέρια, οδηγώντας στην ομογενοποίηση του περιεχομένου και την εξαφάνιση των τοπικών φωνών.
«Όταν χάνονται τα τοπικά μέσα, αυξάνεται η διαφθορά και η κακοδιαχείριση», τόνισε η Johanna Dunnaway, διευθύντρια ερευνών στο Ινστιτούτο Δημοκρατίας, Δημοσιογραφίας και Πολιτών του Πανεπιστημίου Syracuse. «Οι ηγέτες δεν λογοδοτούν αν δεν υπάρχει κανείς να τους παρακολουθεί.»

Η παραπληροφόρηση κυριαρχεί σε ένα τέτοιο οικοσύστημα. Τροφοδοτείται από αλγόριθμους που μας κρατούν εγκλωβισμένους σε θαλάμους πληροφορίας.
«Τα ψέματα διαδίδονται πιο γρήγορα από τις διασταυρώσεις στοιχείων», είπε ο Enrique Anarte Lazo του Thomson Reuters Foundation και συν-συντονιστής με την Carmella Boykin της Washington Post.
Ταυτόχρονα, η εμπιστοσύνη στο δημοσιογραφικό επάγγελμα καταρρέει. Δεν αρκεί πλέον η ακρίβεια — οι δημοσιογράφοι πρέπει να ξαναχτίσουν σχέσεις εμπιστοσύνης με ένα κοινό κουρασμένο, δύσπιστο, και πολλές φορές απογοητευμένο.
«Δεν ξεκινώ τη δουλειά μου με την υπόθεση ότι η απώλεια εμπιστοσύνης στο επάγγελμά μας είναι άδικη», είπε ο Astead W. Herndon των New York Times. «Συχνά συμφωνώ. Γι’ αυτό προσπαθώ να είμαι το αντίθετο παράδειγμα: “Δεν μιλάς με τους Times. Μιλάς μαζί μου.”»

Ο Herndon μίλησε ανοιχτά για την απογοήτευσή του από τον τρόπο που καλύφθηκαν οι εκλογές του 2016 και για τη δική του αποστολή να δώσει φωνή σε όσους συνήθως μένουν στο περιθώριο: «Πολλές φορές η πολιτική δημοσιογραφία λειτουργεί σαν μια σκηνική παράσταση ουδετερότητας», παρατήρησε. Από την πλευρά του, ο Montanaro τόνισε τον καθημερινό αγώνα της δημοσιογραφίας ως δημόσιας υπηρεσίας: «Η δουλειά μας είναι να δείχνουμε τι συμβαίνει και να το κάνουμε κατανοητό».
Οι δύο δημοσιογράφοι αναφέρθηκαν επίσης στην κρίση εμπιστοσύνης προς τα μέσα ενημέρωσης και στο τι σημαίνει να κάνεις έντιμη, ουσιαστική δουλειά μέσα σε ένα βαθιά διχασμένο τοπίο. «Οι παλιοί κανόνες δεν ισχύουν πια», είπε χαρακτηριστικά ο Herndon. «Και πολλοί εξακολουθούν να αναπολούν μια εποχή που έχει περάσει ανεπιστρεπτί».
Ο Gianluca Mezzofiore του CNN, που ειδικεύεται στις ανοιχτές έρευνες και χρησιμοποιεί οπτικά στοιχεία για να διαψεύδει προπαγάνδα, μίλησε για τη σημασία της διαφάνειας και της συνεργασίας μεταξύ ανταγωνιστικών μέσων:
«Μοιάζει με μάχη απέναντι στην παλίρροια. Αλλά πιστεύω στην ανθεκτικότητα αυτής της κοινότητας», δήλωσε.
Κεντρικό ζήτημα επίσης: η αίσθηση μη ορατότητας που νιώθουν κοινότητες που δεν καλύπτονται επαρκώς από τα παραδοσιακά μέσα.
Ο Rudy Fraser, υπότροφος στο Applied Social Media Lab του Κέντρου Berkman Klein και δημιουργός του Blacksky — μιας πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης για τις ανάγκες της Μαύρης κοινότητας (Οι παραδοσιακές πλατφόρμες συχνά λογοκρίνουν δυσανάλογα τους μαύρους χρήστες ή αφήνουν ρατσιστικό περιεχόμενο χωρίς έλεγχο.) — δήλωσε:
«Αν δημιουργήσεις έναν ασφαλή χώρο για τις μαύρες γυναίκες, τα τρανς και τα queer άτομα, τότε έχεις δημιουργήσει έναν ασφαλή χώρο για όλους. Και μόλις δημιουργήσεις ασφάλεια, οι άνθρωποι μπορούν να βιώσουν χαρά».
Αντίστοιχα, ο Peter Bailey και ο Jed John Hope — απόφοιτοι του UD και ιδρυτές της Yellow Cedar Media — δίνουν φωνή στις Παρθένες Νήσους, την πατρίδα τους.
«Κουράστηκα να είμαι αόρατος», είπε ο Bailey.
Το μήνυμά του στους νέους δημοσιογράφους;
«Κατέβα από το βάθρο σου. Πλησίασε τους ανθρώπους που καλύπτεις. Εκεί ξεκινά μια αλλαγή.»
Η τελική συζήτηση του Summit, με τίτλο «Ελευθερία του λόγου και μεγάλες ιδέες», έφερε σε αντιπαράθεση τον συντηρητικό σχολιαστή David Rubin και την ανεξάρτητη ερευνήτρια Tara Palmeri. Διαφώνησαν έντονα για τη χρήση ανώνυμων πηγών, αλλά συμφώνησαν σε ένα βασικό σημείο: τα παραδοσιακά μέσα δεν θα επιστρέψουν στην προηγούμενη μορφή τους. Μια βαθιά αλλαγή βρίσκεται σε εξέλιξη.
Αυτή η πραγματικότητα μπορεί να τρομάζει — ή να εμπνέει.
Αν θέλουμε ένα καλύτερο, λιγότερο τοξικό μέλλον για τα μέσα, το κοινό, οι δημοσιογράφοι και όλοι όσοι πιστεύουν στη δημοκρατία, ας κρατήσουμε την προτροπή της Jeralynn Miller, συμβούλου στρατηγικής στο NPR για φιλανθρωπικές συνεργασίες και απόφοιτη του UD:
«Συνεχίστε να ρωτάτε. Και συνεχίστε να προχωράτε.»
